Η λέξη συναίσθημα προέρχεται από το λατινικό exmovere ή emovere, που σημαίνει “κίνηση προς τα έξω” ή “θέτω σε κίνηση”. Κατ’ επέκταση, περιγράφει αυτό που μας θέτει σε κίνηση τόση προς τον εξωτερικό όσο και προς τον εσωτερικό μας κόσμο. Πρόκειται για μια σωματική εκδήλωση η οποία συνδέεται με την αντίληψη ενός γεγονότος που λαμβάνει χώρα έξω από μας (εξωτερικά) ή μέσα μας (νοερά).
Κάθε μικροδευτερόλεπτο ο εγκέφαλός μας λαμβάνει εκατομμύρια πληροφορίες σχετικές με την αντίληψη, τον χειρισμό και τη ρύθμιση των συναισθημάτων. Με τη σειρά τους αυτές οι πληροφορίες επηρεάζουν άλλα ψυχολογικά φαινόμενα όπως η προσοχή, η μνήμη ή η γλώσσα (λεκτική ή μη).
Οι επιστήμονες διακρίνουν κάποια συναισθήματα που ονομάζονται βασικά η πρωτογενή, από τα οποία απορρέουν όλα τα άλλα συναισθήματα. Διάφορες θεωρίες λένε πως τα πρωτογενή είναι τέσσερα ο θυμός, η χαρά, ο φόβος και η θλίψη .
Ο Πόλ Έκμαν το 1970 κατέταξε τα συναισθήματα σύμφωνα με τις επιδράσεις τους πάνω στους μυς του προσώπου. Έτσι όρισε σε έξι τα βασικά συναισθήματα και έτσι πρόσθεσε την απέχθεια και την έκπληξη. Φυσικά υπάρχουν και τα δευτερογενή τα οποία απορρέουν από τα κύρια και πρωτογενή. Οι δευτερογενείς συγκινήσεις/τα δευτερογενή συναισθήματα προκύπτουν από τη σύνθεση δύο ή περισσότερων βασικών/πρωτογενών. Έτσι, για παράδειγμα η ζήλια (ως δευτερογενές συναίσθημα/δευτερογενής συγκίνηση) αποτελείται συνήθως από θυμό + φόβο ή από θυμό + φόβο + λύπη. Αντιστοίχως, τα συνθετικά της ενοχής μπορεί να είναι η χαρά και ο φόβος ή ο θυμός, η χαρά και ο φόβος.
Οι συνδυασμοί που μπορεί να προκύψουν από τη σύνθεση αυτών των έξι ή επτά βασικών συναισθημάτων για να συνθέσουν τα λεγόμενα δευτερογενή συναισθήματα είναι πολυάριθμοι.